Ο πόνος αποτελεί ένα συχνό δυσάρεστο σύμπτωμα στους ογκολογικούς ασθενείς που επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα ζωής τους. Αναφέρεται ότι περίπου το 36 -79% των ασθενών με καρκίνο θα βιώσει και θα παραπονεθεί για κάποιας μορφής πόνο. Στους ασθενείς αυτούς ο πόνος μπορεί να διαιρεθεί σε 2 κατηγορίες: α) τον επίμονο καρκινικό πόνο και β) τον παροξυσμικό καρκινικό πόνο. Ειδικότερα, ο επίμονος καρκινικός πόνος είναι ένας σταθερός ή συνεχής πόνος που βιώνεται από τον ασθενή για περισσότερο από 12 ώρες ανά ημέρα, ενώ ο παροξυσμικός καρκινικός πόνος είναι μία οξεία επιδείνωση του πόνου, ταχείας έναρξης, βραχείας διάρκειας και μέτριας έως ισχυρής έντασης, τον οποίο εμφανίζει ένας ασθενής με σταθεροποιημένο και ελεγχόμενο με οπιοειδή υποκείμενο πόνο. Αξίζει να σημειωθεί ότι περίπου το 23 – 95% των ασθενών με «ελεγχόμενο υποκείμενο πόνο» αναφέρει παροξυσμικό καρκινικό πόνο, που είναι μία σύνθετη επώδυνη κατάσταση που, ολοένα και περισσότερο, θεωρείται σημαντικό κλινικό πρόβλημα στις μέρες μας. Τέλος, για να χαρακτηριστεί ένα επεισόδιο αιφνίδιου πόνου «επεισόδιο παροξυσμικού καρκινικού πόνου» θα πρέπει να υπάρχει ικανοποιητική σταθερή ρύθμιση του πόνου βάσης.
Αναφορικά με τη βέλτιστη αντιμετώπιση του καρκινικού πόνου (επίμονου και παροξυσμικού) υπάρχουν διάφορες θεραπευτικές επιλογές. Στην κλινική πράξη συνήθως ακολουθείται η αναλγητική κλίμακα 3 βημάτων για την αντιμετώπιση του επίμονου καρκινικού πόνου. Τα διαθέσιμα φαρμακευτικά σκευάσματα διακρίνονται στις ακόλουθες κατηγορίες: α) μη οπιοειδή (πχ παρακεταμόλη), β) οπιοειδή (πχ κωδεΐνη) και γ) επικουρικά φάρμακα (πχ κορτικοστεροειδή). Ειδικότερα, σημαντική πρόκληση στην κλινική ογκολογία είναι η αντιμετώπιση του παροξυσμικού καρκινικού πόνου, διότι αποτελεί σημαντικό δυσάρεστο σύμπτωμα που επηρεάζει σημαντικά, αρνητικά την καθημερινή ζωή των ογκολογικών ασθενών. Η επιλογή της κατάλληλης θεραπείας για τον παροξυσμικό καρκινικό πόνο εξαρτάται από τα παρακάτω: τύπος παροξυσμικού πόνου, αριθμός επεισοδίων/ημέρα, μορφή έναρξης, ένταση και διάρκεια των επεισοδίων, παρουσία παραγόντων που επισπεύδουν/ανακουφίζουν, συνοδά συμπτώματα, ανταπόκριση στη θεραπεία και παρεμβολή στην καθημερινή ζωή. Υπάρχουν αρκετά αποτελεσματικά φαρμακευτικά σκευάσματα για την αντιμετώπιση του παροξυσμικού καρκινικού πόνου. Ένα από αυτά είναι το ρινικό εκνέφωμα κιτρικής φαιντανύλης, το οποίο είναι λιπόφιλο οπιοειδές αναλγητικό με ισχύ 100 φορές ανώτερη από αυτήν της μορφίνης που αλληλεπιδρά κυρίως με τους μ-υποδοχείς των οπιοειδών. ‘Εχει ταχεία έναρξη δράσης και ενδείκνυται για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παροξυσμικού καρκινικού πόνου.
Μία δυσάρεστη και κλινικά σημαντική ανεπιθύμητη ενέργεια κατά την αντιμετώπιση του καρκινικού πόνου είναι η δυσκοιλιότητα από τη χρήση οπιοειδών. Η δυσκοιλιότητα είναι η πιο συχνή, σχετιζόμενη με τη θεραπεία, ανεπιθύμητη ενέργεια σε ασθενείς που λαμβάνουν οπιοειδή και μπορεί να εμφανιστεί και με τη λήψη μίας μόνο δόσης οπιοειδών. Η δυσκοιλιότητα από τη χρήση οπιοειδών επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα ζωής των ασθενών και θα πρέπει να αντιμετωπίζεται έγκαιρα. Μία αποτελεσματική θεραπευτική επιλογή για την βέλτιστη αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος είναι η ναλοξεγκόλη που δρα ως ανταγωνιστής των περιφερικών μ-οπιοειδών υποδοχέων για τη θεραπεία της οφειλόμενης στα οπιοειδή δυσκοιλιότητας. Ενδείκνυται στους ασθενείς που λαμβάνουν οπιοειδή, υποφέρουν από δυσκοιλιότητα και δεν ανταποκρίνονται στα καθαρτικά. Η ναλοξεγκόλη δρα στοχευμένα, επιτυγχάνοντας ανταπόκριση σε 7/10 ογκολογικούς ασθενείς από τις πρώτες 15 ημέρες θεραπείας, βελτιώνοντας την ποιότητα ζωής τους και βέβαια χωρίς να μειώνει τον έλεγχο του καρκινικού πόνου.